Κατερίνα Αγγελάκη-Ρουκ (ποιήτρια), Μανώλης Γλέζος (πολιτικός), Κωνσταντίνος Δεσποτόπουλος (φιλόσοφος), Γιάννης Διακογιάννης (δημοσιογράφος), Άλκη Ζέη (συγγραφέας), Γεώργιος Κασιμάτης (νομικός), Νίκος Κούνδουρος (σκηνοθέτης), Σταμάτιος Κριμιζής (αστρονόμος), Ηλίας Μαριολάκος (γεωλόγος), Μπάμπης Μπίζας (εξερευνητής), Ευτύχης Μπιτσάκης (φυσικός), Ηλίας Παπαδημητρακόπουλος (συγγραφέας), Αδαμάντιος Πεπελάσης (οικονομολόγος), Λήδα Πρωτοψάλτη (ηθοποιός), Thomas Scotes (διπλωμάτης), Παναγιώτης Τέτσης (ζωγράφος).
Δεκαέξι σπουδαίες προσωπικότητες, μέσα από τις εξομολογήσεις τους, μιλάνε για την εμπειρία και τη γνώση που αποκόμισαν από τη ζωή, απαντώντας στις ερωτήσεις: “Πώς εξοικονομήσατε ή σπαταλήσατε το μερίδιο του χρόνου που σας δωρήθηκε; Για ποιές πράξεις ή παραλείψεις σας έχετε μετανιώσει; Τι θα κάνατε ή τι δεν θα κάνατε αν είχατε τη δυνατότητα να αναποδογυρίσετε την κλεψύδρα του προσωπικού σας χρόνου; Τι αποκομίσατε, τελικά, από το ταξίδι της ζωής;”
Θνητά φρονείν
“Θανάτου μόνον ουκ έστιν επανόρθωμα” συμπεραίνει ο ποιητής Μένανδρος. Κατά τον φιλόσοφο Πυθαγόρα «Θανέειν πέπρωται άπασι»-είναι γραφτό όλοι μας να πεθάνουμε, ενώ ο κυνικός Βίων το θέτει -εννοείται- πιο κυνικά: “Εύκολος η εις Άδου οδός· καταμύοντας γουν απιέναι” -εύκολος είναι ο δρόμος προς τον Άδη· πας εκεί μες κλειστά τα μάτια.
Φαίνεται πως η ζωή είναι μοναδικό γεγονός και μας συμβαίνει μια φορά. «Ζεις μόνο μια φορά, αλλά αν το κάνεις σωστά, μια φορά είναι αρκετή», λέει η ηθοποιός του 20ου αιώνα Μέι Γουέστ. Οι αρχαίοι ‘Έλληνες το συνειδητοποιούν και κτίζουν τον πολιτισμό τους πάνω σε αυτήν την βεβαιότητα του θανάτου. Έτσι το «θνητά φρονείν» (ο άνθρωπος πρέπει να σκέφτεται σαν θνητός) της αρχαίας ελληνικής τραγωδίας γίνεται το επίγραμμα της ζωής τους. Ο ομηρικός άνθρωπος δεν προσδοκούσε τίποτε πέραν του θανάτου. Αντιθέτως, με τον Πλάτωνα η ζωή γίνεται μελέτη θανάτου (Φαίδων)και ο άνθρωπος αποκτά ψυχή αθάνατη.
Τα αρχαία ελληνικά – σημειώνει ο Κορνήλιος Καστοριάδης- είναι η μόνη γλώσσα, στην οποία οι λέξεις “θνητός” και “άνθρωπος” είναι συνώνυμες. Ωστόσο αυτή η βαθιά επίγνωση της θνητότητάς τους δεν μετατρέπει τους προγόνους μας σε πεισιθανάτιες υπάρξεις. Αντιθέτως, τούς προσδίδει απέραντη ζωτικότητα και δημιουργικότητα. Ο Καστοριάδης «διορθώνει» τον Ανδρέα Εμπειρίκο, ο οποίος γράφει «Εις την οδό των Φιλελλήνων» για τους Έλληνες «…πρώτοι, θαρρώ αυτοί, στον κόσμον εδώ κάτω έκαμαν οίστρο της ζωής τον φόβο του θανάτου», αντικαθιστώντας τη λέξη «φόβο» με τη λέξη «γνώση». Αυτή η γνώση του θανάτου, κατά τον Καστοριάδη, μπορεί να μετατραπεί σε πηγή δημιουργίας για τον άνθρωπο.
Συμβαίνει, άραγε, το ίδιο με τη ζωή μας; Διάγουμε το βίο μας ελεύθεροι και ζωτικοί; Ή μήπως ο προσωπικός μας θάνατος επέρχεται όχι ως το αναπόφευκτο γεγονός του τέλους αλλά ως παραίτησή μας από την ίδια τη ζωή; Η έσχατη υποδούλωση του ανθρώπου, για το Ρώσο χριστιανό φιλόσοφο Νικόλαο Μπερντιάγεφ, είναι η υποταγή του στο θάνατο. Ο Φρόυντ αποφαίνεται ότι το νόημα της ζωής είναι η επιθυμία και ότι όλοι τελικά είμαστε υποδουλωμένοι στο Θάνατο, ή αλλιώς στο ένστικτο του θανάτου.
Για τους περισσότερους φιλοσόφους το αντίδοτο στο πεπρωμένο του θανάτου είναι η τέχνη του ζην, η αναγωγή (κατά τον Νίτσε) της ζωής σε αισθητικό φαινόμενο : η ποίηση, ο έρωτας, η τέχνη, η ελευθερία είναι οι οδοί που οδηγούν στον εξανθρωπισμό μας, στην αναγέννησή μας.
“Όσο συνεχίζεις να γεννιέσαι, δεν πειράζει να πεθαίνεις και καμιά φορά” γράφει με μαύρο χιούμορ ο σύγχρονος αμερικανός συγγραφέας Orson Scott Card. Όμως για άλλους, όπως ο Σόρεν Κίρκεγκορ -ο μεγάλος Δανός φιλόσοφος, που θα φέρει στη φιλοσοφία μια καινούρια έννοια, την ύπαρξη- ο άνθρωπος πρέπει να κινηθεί προς τον Θεό αν θέλει να ξεπεράσει τον ίλιγγο που του προκαλεί η επίγνωση του θανάτου του.
Στους ρόλους οι: Στέφανος Ζήσης (γέρος), Γιώργος Σκουτέλας (παιδί), Αγγελίνα Διαμάντη (γυναίκα) και Δημήτρης Καραβασίλης (άντρας)